Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008

ΔΙΑΣΗΜΑ ΑΔΕΛΦΙΑ


Οι Daltons αδέσποτοι...



...και οι Daltons στην φυλακή

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2008

ΤΑΞΙΔΑΚΙ ΣΤΟΝ ΒΟΡΡΑ



Το υγρό στοιχείο είναι συνυφασμένο με την ζωή.

Η ζωή εδώ εκφράζεται με την ήρεμη πλεύση ενός νηκτικού πτηνού (τι νηκτικό πτηνό θα ήταν, εάν δεν κολυμπούσε ;) και με την επεισοδιακή, σε σχήμα απόλυτου "Ύψιλον", απογείωση ενός άλλου (τι νηκτικό πτηνό θα ήταν, εάν δεν πετούσε ;)













Η ζωή εδώ είναι βαμένη γκρι.

Το γκρι είναι χρώμα ουδέτερο.



Αμφολύτης.






Σαν αμφολύτης,

συνδυαζόμενο με έντονα χρώματα
καταργεί την ουδετερότητά του,

ενώ,

μέσα από αυτήν την συνύπαρξη,
τιθασεύει τις εντάσεις
με την γαλήνη του.








Σάββατο 15 Μαρτίου 2008

ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ : ΑΝΙΑΤΟΣ ΝΟΣΟΣ ή ΒΑΡΙΑ ΑΝΑΠΗΡΙΑ ;

Βρήκα λίγο χρόνο κι έκανα μία μικρή ηλεκτρονική βόλτα.
"Επεσα" πάνω σ' ένα blog, που, πέρα από το το πόσο μου άρεσε, μου έδωσε το ερέθισμα να μοιρασθώ μαζί σας άλλη μία από τις "πονεμένες" ιστορίες της ιατρικής μου σταδιοδρομίας (ή να πώ καλύτερα ταλαιπωρίας ;)
Σόρρυ, αλλά πρόκειται γιά άλλη μία "ξαναζεσταμένη σούπα" που σας σερβίρω.
Τουλάχιστον δεν την ρουφάτε κρύα, αφού δυστυχώς, παραμένει πάντα επίκαιρη :

ΟΙ «ΡΟΜΑΝΤΙΛΑΚΕΣ» ΚΑΙ Ο ΕΜΠΡΑΚΤΟΣ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ

Περί ρομαντισμού ο λόγος. Μην πάει ο νους σας σε ειδυλλιακά ηλιοβασιλέματα, φεγγαράδες, μουσική, ποίηση, ή ζωγραφική. Για άλλο πράγμα μιλάμε εδώ.
Όσοι εξ επιλογής, ή εξ ανάγκης με γνωρίζουν, ξέρουν ότι είμαι «τζώρας», τουτέστιν κάτι σαν στραβόξυλο, γκρινιάρης, καβγατζής, «τρώγομαι με τα ρούχα μου», και άλλα συναφή.
Κάνοντας τις προάλλες μια βουτιά στο παρελθόν, κάπου 2,5 περίπου δεκαετίες πίσω, θυμήθηκα έναν πρόεδρο Δ.Σ. (έτσι έλεγαν τότε τους σημερινούς διοικητές), σ’ ένα από τα νοσοκομεία που διετέλεσα γιατρός, ο οποίος, μετά από μία γερή κόντρα μας, μου είχε πεί ότι είμαι ρομαντικός, και ότι, ως τέτοιος, δεν ήμουν καθόλου πρακτικός, συμπληρώνοντας πως «όχι δηλαδή ότι πείραζε και πολύ που ήμουν ρομαντικός, και μη πρακτικός, διότι ο ρομαντισμός αποτελεί μία από τις προϋποθέσεις για την πρόοδό μας σαν άτομα», κ.λ.π. μπλα, μπλα, μπλα…, αλλά εμένα, δεν ξέρω βρε παιδί μου, αυτό το «ρομαντικός» μού ακούστηκε λίγο σαν βρισιά, (ξέρετε, σαν εκείνη τη λέξη που αρχίζει από «μι-» και τελειώνει σε «-λάκας» ).
Έκτοτε, δυστυχώς πολύ συχνά , η ρετσινιά του «ρομαντι-λάκα» (!!), (επιτρέψτε μου την νεολεξία), με κατατρέχει, διότι φαίνεται ότι δεν επέδειξα την απαραίτητη σοφία (ή προσαρμοστικότητα, ή ευλυγισία, πείτε το όπως θέλετε), να αναθεωρήσω τις απόψεις μου και τις θέσεις μου, με στόχο την εξασφάλιση μίας ομαλότερης επαγγελματικής, και όχι μόνο, πορείας.
Θα μπορούσα, ας πούμε, να επιδοθώ σε διαφόρους τύπους επικύψεων, άλλοτε άλλης «πρακτικής, (το τονίζω), σκοπιμότητος», πράγμα που, από άποψη, ποτέ δεν έκανα !
Μπόρεσα όμως όλα αυτά τα χρόνια να προσδιορίσω με ακρίβεια τι σημαίνει «ρομαντικός», σε αντιδιαστολή με τον «πρακτικό», χρησιμοποιώντας βέβαια τους εν λόγω όρους με τα δικά μου, μη προσαρμοσμένα, κριτήρια και όχι έτσι όπως τους χρησιμοποιούσε ο πάλαι ποτέ πρόεδρός μας !
Υπάρχουν κάποια, ενδεικτικά, παραδείγματα, «βγαλμένα από τη ζωή», που μπορεί να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα τι εννοώ :
Είχαμε, που λέτε, έναν συνδικαλιστή στον τότε Σύλλογό μας, ο οποίος, υπό τον φαινότυπο του «αγωνιστή» και «διεκδικητικού», τάχα μου κοπτώμενος («ρομαντικά»), υπέρ των συμφερόντων των συναδέλφων του, είχε κάνει μία μεγάλη βόλτα από τα κόμματα της «αγοράς», βολιδοσκοπώντας τους χώρους, έτσι ώστε να μπορέσει, σε δεύτερη φάση, να φλερτάρει με το κόμμα που τον βόλευε.
Εννοείται ότι το κόμμα που τον βόλευε, τον «βόλεψε» σε μία πολύ προσοδοφόρα διοικητική θέση.
Ο συνδικαλιστής μας, λοιπόν, πέρασε με αξιοθαύμαστη ευκολία, και αρκετό θράσος, από το «στρατόπεδο» των εργαζομένων, στο «απέναντι στρατόπεδο». Αυτός, ήταν ένας πολύ «πρακτικός» συνδικαλιστής, αντίθετα μ’ έναν άλλο, ο οποίος θα απέφευγε τις βόλτες στα κόμματα και θα είχε μείνει «ρομαντικά» προσκολλημένος στις ιδεολογικές του αρχές, ξοδεύοντας το μυαλό του και την ενέργειά του υπέρ των συναδέλφων του.
Για να έρθουμε τώρα και στην «πρακτικότητα» των κομμάτων :
Τα κόμματα έπρεπε να είναι ομάδες ατόμων με κοινό θεωρητικό ιδεολογικό έρεισμα, και με στόχο την ανιδιοτελή άσκηση της εξουσίας υπέρ του κοινωνικού συνόλου (η «ρομαντική» άποψη).
Αντ’ αυτού, τα κόμματα, ευτελίζοντας τον θεσμικό τους ρόλο, εξελίχθηκαν σε άντρα αθέμιτης άσκησης της εξουσίας υπέρ της προώθησης των στενών συμφερόντων των ατόμων που τα απαρτίζουν (η «πρακτική» άποψη).
Γυρίζοντας πίσω στο παράδειγμά μας, όταν ο συνδικαλιστής μας άρχισε το φλερτ με το κόμμα που «τον βόλεψε», το κόμμα, «ρομαντικά» φερόμενο, έπρεπε να τον αποκλείσει από τις τάξεις του, μιάς και, είχε προηγηθεί εκ μέρους του συνδικαλιστού η «Όπου-Φυσάει-ο-Άνεμος» κομματική βόλτα του.
Αντ’ αυτού, «πρακτικά» φερόμενο, μέτρησε πόσες ψήφους κουβαλάει ο μάγκας πίσω, του, και τον δέχθηκε με ανοικτές αγκάλες, χωρίς καμμίαν αντίρρηση από ούτε, έστω και ένα, μέλος του. Ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Σιγά τώρα, με την Ιδεολογία θ’ ασχολούμασθε ; Για ποιούς μας πέρασες, για ρομαντιλάκες, (λέτε να καθιερωθεί ο όρος) ;
Ας δούμε όμως πιο κάτω και κάποιες άλλες εφαρμογές της «πρακτικότητας» των κομμάτων :
Τοποθετούν, στην κυριολεξία, (όπως ακριβώς τοποθετούμε εμείς ένα βάζο πάνω στην εταζέρα), τους προέδρους των Δ.Σ., (νυν διοικητές), στα νοσοκομεία, με την πρόφαση, να τα διοικήσουν, δηλαδή, να τα οργανώσουν, να συμμαζέψουν τα οικονομικά τους, να διορθώσουν τα κακώς κείμενα, να επιβραβεύσουν τους αποδοτικούς εργαζόμενους, να επιβάλουν κυρώσεις στους ασυνεπείς, να αξιώσουν σθεναρά την στελέχωσή τους ανάλογα με τις αληθινές τους ανάγκες, και όλα αυτά τα «ρομαντικά» τέλος πάντων.
Ό,τι δηλαδή θα έπρεπε να είναι η Διοίκηση, με κεφαλαίο Δέλτα.
Η αλήθεια είναι, κατά πολύ, «πρακτικότερη» :
Το μοναδικό μέλημα των διοικούντων, με ελάχιστες εξαιρέσεις, είναι απλώς να διεκπεραιώνουν την καθημερινότητα, δημιουργώντας και διατηρώντας εντυπώσεις, ουδεμία σχέση έχουσες με τα ισχύοντα στην πραγματικότητα, (σήμερα το λέμε θετικό image !), κρατώντας τα προσχήματα, «τουμπάροντας» τους εύπιστους «ρομαντικούς», μπαλώνοντας τα κακώς κείμενα, κ.ο.κ., κι όλα αυτά, έναντι ενός «πρακτικότατου», διόλου ευκαταφρόνητου, αντιτίμου (βλ. μισθοί, κ.λ.π.).
Μ’ άλλα λόγια, πρόκειται για την θαυματουργή «πρακτικότητα» η οποία διέπει τα γενικώς συμβαίνοντα στους χώρους μας.

Όμως, ευτυχώς, εκτός από τους «πρακτικούς», υπάρχουν, μέσα στην ζωή, και οι ρομαντικοί :
Είναι λοιπόν κάτι μαμάδες, πολύ ρομαντικές, και καθόλου πρακτικές για τους εαυτούς τους, αλλά πολύ πρακτικές, μ’ έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο από αυτόν με τον οποίο είναι "πρακτικοί" οι κομματάρχες, οι συνδικαλιστές, οι διοικητές των νοσοκομείων κι οι λοιποί παρατρεχάμενοι.
Αυτές οι μαμάδες, μεγαλώνουν τα παιδάκια άλλων μαμάδων, που, ή δεν υπάρχουν, ή δεν μπορούν, ή δεν θέλουν να τα μεγαλώσουν οι ίδιες.
Πρόκειται για τις μαμάδες στα Παιδικά Χωριά SOS.
Αν κάνετε τον κόπο να επισκεφθείτε τον δικτυακό τους τόπο, (http://www.sos-villages.gr/), θα δείτε ότι πρόκειται για «…γυναίκες χωρίς άμεσες οικογενειακές υποχρεώσεις με ηλικία 32 έως 45 ετών, γεμάτες ψυχική, σωματική υγεία και συναισθήματα αγάπης για πολλά παιδιά. Κάθε Μητέρα SOS έχει τις ίδιες φροντίδες, υποχρεώσεις και χαρές όπως έχει κάθε φυσική μητέρα…».

Σκέψου λοιπόν να διαθέτεις τα παραπάνω χαρακτηριστικά, και αντί να κοιτάς («πρακτικώς» σκεπτόμενη), τον εαυτούλη σου, ξέρεις τώρα, -βόλτες, λούσα, διασκέδαση, shopping, ταξιδάκια, κ.λ.π.-, να γίνεσαι, («ρομαντικώς» φερόμενη), εφ’ όρου ζωής Μητέρα, σε μία «…συνεχή συνεισφορά στη διαμόρφωση μιας ειρηνικής και ανθρώπινης κοινωνίας…» αποτελώντας «…το άμεσα ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον των παιδιών και την γέφυρά τους προς την κοινωνία μέσα από ένα αίσθημα ασφάλειας και φροντίδας…» για την, «…ψυχική ομαλή πνευματική και σωματική εξέλιξη των παιδιών… ».
Να γίνεσαι εφ’ όρου ζωής Μητέρα συμμετέχοντας, (πιο έμπρακτα από έτσι δεν γίνεται), σε μία «…συνεχή κοινωνική διαδικασία έτσι ώστε η πραγματική και πρακτική της εφαρμογή να αποτελεί μια διαφορετική μορφή κοινωνικής περίθαλψης…».
Να γίνεσαι εφ’ όρου ζωής Μητέρα «…προστατεύοντας, και φροντίζοντας παιδιά σε μία μακροχρόνια, συνεχή και σταθερή βάση, ξεκινώντας από την παιδική ηλικία και συνεχίζοντας μέχρι να καταστούν ηθικά, κοινωνικά και επαγγελματικά ικανά να σταθούν μόνα τους στην κοινωνία για ν’ αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις της ζωής…»

Καμμία σχέση με την υποκριτική άσκηση φιλανθρωπίας δια της οποίας, δίνοντας ένα νόμισμα ευτελούς αξίας σ’ ένα από τα τόσα παιδάκια των φαναριών του δρόμου, αφ’ ενός διαιωνίζεις το, αυτό καθ’ εαυτό, παθολογικό κοινωνικό φαινόμενο, κι αφ’ ετέρου παίρνεις το συγχωροχάρτι εξαγοράς της συνείδησής σου, δια του οποίου εξασφαλίζεις τον ήσυχο ύπνο σου και την είσοδό σου στον πολυπόθητο παράδεισο, έχοντας εκτελέσει, (νομίζεις), το καθήκον σου προς τον συνάνθρωπο, (μην ξεράσω) !!
Μήπως θα έπρεπε τα κόμματα να δέχονται στους κόλπους τους Μαμάδες SOS ;
Μήπως θα έπρεπε οι κομματάρχες να διόριζαν στα Δ. Σ. των νοσοκομείων Μαμάδες SOS ;
Μήπως θα έπρεπε οι συνδικαλιστές μας να έπαιρναν μαθήματα ρομαντισμού από τις Μαμάδες SOS ;
Μπας και δούμε καμμιάν άσπρη μέρα ;

* Δημοσιεύθηκε στην Στήλη «Η Ιατρική Γραφίδα», της Εφημερίδας του Ιατρικού Συλλόγου Ρόδου «Η Νέα Ιατρική Ενημέρωση», Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 2007, Τεύχη 26 & 27, σελ. 27 .

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2008

ΟΙ, ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ, ΞΑΝΑΖΕΣΤΑΜΕΝΕΣ ΣΟΥΠΕΣ, Νο 2

ΠΟΣΟ ΧΑΜΗΛΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΕΣΟΥΝ ΟΙ ΥΨΗΛΑ ΙΣΤΑΜΕΝΟΙ

Ποιοι υψηλά ιστάμενοι ρε παιδιά ;
Ελάτε τώρα, έχει βρωμίσει ο τόπος από δαύτους…
Ο «τίτλος» αποκτάται είτε με τον, τάχα μου, αξιοκρατικό τυφλοσούρτη της ιεραρχικής ανόδου, ή με την άνοδο στην εξουσία δια της λαϊκής, λεγόμενης, ετυμηγορίας, είτε δια της αρχαιοτάτης και αλάνθαστης μεθόδου του ρουσφετίου
Όλοι οι παραπάνω μηχανισμοί ευδοκιμούν και αποδίδουν μέσα στο καταλυτικό περιβάλλον των κομμάτων, βάψ’τε τα ό,τι χρώμα θέλετε εσείς, ειδικά τώρα που οι διάφορες αποχρώσεις έχουν πάψει πια να ξεχωρίζουν σαφώς η μία από την άλλη, κυρίως ιδεολογικώς…
Εγώ, εδώ, θα σταθώ λίγο στους υψηλά ιστάμενους πολιτικούς άνδρες του τόπου.
Δεν θυμάμαι ποτέ στην μέχρι τώρα ενσυνείδητη ζωή μου να πέρασε από το πολιτικό στερέωμα έστω και ένας από αυτούς, που να με έπεισε ότι ανήλθε στην εξουσία ενδιαφερόμενος στ’ αλήθεια για τα κοινά, και όχι, σχεδόν πάντα απροκάλυπτα, για τον εαυτό του.
Για παράδειγμα, οι δύο πρόσφατοι Υπουργοί Υγείας μας. (Παρακαλώ οι, κατ’ όνομα σοσιαλιστές, πρασινισμένοι όχι από την ιδεολογία τους, αλλά από το κακό τους που έχασαν τα χρυσά κουτάλια, να μην τρίβουν τα χέρια τους, χαρούμενοι, επειδή θα τα ψάλλω στους μπλε αντιπάλους τους. Να μην ξεχνάμε ότι τα μαθήματα περί “one-man-show”, οι μπλε, από τους πράσινους τα πήραν !).
Ας ξαναγυρίσουμε στους Υπουργούς μας.
Ο πρώτος, έδωσε το show του στην Βουλή, έχρισε συλλήβδην και εκ προοιμίου τους εργαζόμενους του Νοσοκομείου μας, ανεξαρτήτως ιδιότητος, «κομπιναδόρους», και μετά αποχώρησε για να συνεχίσει το show business στον Δήμο της πρωτεύουσας, χωρίς να ανακαλέσει, μιας και ποτέ δεν απεδείχθη η κομπίνα, ζητώντας την οφειλόμενη αντρίκια, (το τονίζω), συγγνώμη, και αφήνοντάς μας στιγματισμένους. (Δεν βαριέσαι, αυτές οι ευαισθησίες είναι «ψιλά γράμματα»).
Ο δεύτερος, αφού πρώτα δήλωσε άγνοια περί του εγκλήματος, έδωσε σειρά από shows, υποσχόμενος δεξιά-αριστερά τόσες προσλήψεις όσες για να φάν’ κι οι κότες, (προσλήψεις που εμείς ποτέ δεν είδαμε βέβαια), και, (υποψιάζομαι), σιγά-σιγά, ετοιμάζεται κι αυτός να «μας την κάνει» γι αλλού, αφήνοντάς μας το χοντρό παλούκι της 48ωρης / 58ωρης εβδομαδιαίας απασχόλησης, με το οποίο τελικά θα διαλυθεί το Ε.Σ.Υ.
Αμφότεροι, θα έχουν αφήσει πίσω τους το στίγμα του «επιτυχημένου» Υπουργού, γεγονός ενδεικτικό της κατάντιας του λαού μας.
Μπαίνω στον πειρασμό να μοιραστώ μαζί σας, ως μη υψηλά ιστάμενος, κάποιες παιδαριώδεις, ρητορικές, ας τις πω, απορίες που με βασανίζουν εδώ και καιρό τώρα :
Αυτοί οι άνθρωποι, πριν πάνε το βράδυ στο κρεβάτι τους, δεν κάνουν ποτέ έναν μίνι απολογισμό, μπας και, σε κάποια στιγμή νοιώσουν την ανάγκη να απολογηθούν, έστω στον εαυτό τους, αποκτώντας έτσι το δικαίωμα να κερδίσουν έναν κάπως ήσυχο ύπνο ;
Και πώς συνεχίζουν να περιφέρονται στα Υπουργεία στις τηλεοράσεις, και στα λοιπά πανηγύρια, και μας κοιτούν ίσια στα μάτια, ξεδιάντροπα, συνεχίζοντας να καλλιεργούν την εικόνα του «επιτυχημένου» ;
Και πώς εμείς δεν τους αντιμετωπίζουμε σαν κατάπτυστους, αλλά τους βοηθούμε να διατηρήσουν την παραπάνω εικόνα τους ;
Θα προσπαθήσω ν’ απαντήσω :
Η άρχουσα τάξη έχει οργανώσει την αγωγή μας, ουχί τυχαίως, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε, οι φέροντες, κάθε είδους αξιώματα, να αποκτούν μία δυσπρόσιτη, για να μην πω απρόσιτη, θέση στην ιεραρχία του κράτους, η οποία με την σειρά της, τους προσδίδει μία πολύ βολική, μυθική διάσταση, και κάπως έτσι, τους θέτει στο απυρόβλητο.
Τι μας συμβαίνει δηλαδή ;
Ξεχνούμε ότι όλοι αυτοί οι κύριοι είναι άνθρωποι και αυτοί σαν κι εμάς, που πάνε τουαλέτα, κοιμούνται, ή έχουν αϋπνίες, ρεύονται, ερωτεύονται, πέρδονται, έχουν μυστικά, πανικοβάλλονται, σκαλίζουν την μύτη τους, μισούν, σκανδαλίζονται, κοροϊδεύουν, γελούν, ιδρώνουν, κλαίνε, ακριβώς όπως κι εμείς…
Σε τι διαφέρουμε λοιπόν ;
Κάνω μία δεύτερη απόπειρα απάντησης, θέτοντας άλλον έναν, ρητορικό, προβληματισμό :
Είναι ευφυέστεροι ημών, κι αν ναι, ποιος το κρίνει ;
Δεν απαντώ, για να μην θίξω κανέναν κι έχω μετά τρεχάματα…
Μήπως είναι πονηρότεροι ημών ;
Έτσι όμως προκύπτει κι άλλο, υπαρξιακού τύπου αυτήν την φορά, ερώτημα :
Είναι η πονηριά μορφή ευφυΐας, κι αν ναι, σε τι διαφέρει από αυτή ;
Ιδού άλλη μία απόπειρα απάντησης :
Η πονηριά, αναμφισβήτητα είναι μορφή ικανότητος που τους παρέχει την δυνατότητα να δρούν και να φέρονται αθέμιτα, εκμεταλλευόμενοι το προαναφερθέν απυρόβλητο της αξιωματικής τους ιδιότητος. Έλα όμως που η εν λόγω τακτική αποδίδει βραχυπρόθεσμα μόνο! Ευφυΐα πάντως δεν είναι.
Ξεχνούν όμως κάτι πολύ βασικό :
Οι πονηροί διαθέτουν άλλη μία, σύμφυτη με την πονηριά, ιδιότητα που είναι η «Αχίλλειος πτέρνα» τους :
Κάτι παθαίνουν όλοι αυτοί στην μοναξιά της κορυφής, και πάντα, μα πάντα, υποτιμούν την νοημοσύνη και τις λοιπές ικανότητες ημών των υπολοίπων, των στοιχειωδώς σκεπτόμενων, χαμηλά ισταμένων.
Κι εμείς οι υπόλοιποι, που δεν είμαστε και λίγοι εδώ που τα λέμε, διαθέτουμε τελικώς, το αλάνθαστο κριτήριο, (ανεξάρτητα από την αγωγή στην οποία μας έχουν εκθέσει), με το οποίο συνειδητοποιούμε, δυστυχώς, ότι έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους σαν κι εμάς, ή και πολύ κατώτερους ημών, οι οποίοι, συνεχίζοντας να μας υποτιμούν, επιλέγουν ποταπές συμπεριφορές, υποπίπτοντας κατά συρροή σε απατηλές ενέργειες που όχι μόνον δεν τους τιμούν, αλλά και τους καθιστούν κάθε άλλο παρά υψηλά ιστάμενους.
Πιο χαμηλά, δεν γίνεται

* Δημοσιεύθηκε στην στήλη «Ρήσεις και Αντιρρήσεις», της εφημερίδας του Ιατρικού Συλλόγου Ρόδου «Η Νέα Ιατρική Ενημέρωση», Μάϊος - Ιούνιος 2007, Τεύχος 24, σελ. 14 .

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2008

ΜΑ ΜΠΑΜΠΑ, ΟΛΟ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΑ ΛΕΣ...

Λοιπόν, εμένα που με βλέπετε, σκαρώνω κάθε τόσο κάτι μικρά κειμενάκια, ούτε καν άρθρα δεν θα τα έλεγα, τα οποία, δημοσιεύονται στην εφημερίδα του Ιατρικού Συλλόγου της Ρόδου, με την ευγενή ανοχή του εκάστοτε Προέδρου του, (σήμερα είναι ο φίλος Χρήστος Μαντάς), και της εκάστοτε Συντακτικής Επιτροπής.
Αυτό γίνεται τόσο, όσο το έχω ανάγκη για να εκτονώνω την κατά καιρούς συσσωρευόμενη οργή μέσα μου, την προκαλούμενη από τα διάφορα συμβαίνοντα έξω μου και γύρω μου !
Το τιράζ της εφημερίδας είναι γύρω στα 1600 φύλα για κάθε τεύχος, που σημαίνει ότι δεν μιλάμε για πολλούς αναγνώστες (αν υπολογίσει κανείς ότι αποδέκτες είναι και κάτι "επίσημοι" που είμαι βέβαιος ότι την πετούν στα σκουπίδια χωρίς καν να την διαβάσουν).
Αλλά ούτε και για λίγους...
Ό,τι κι αν είναι, σκέφθηκα ότι δεν πειράζει πού και πού, θέλοντας να μοιρασθώ τον πόνο μου μαζί σας, να αναρτώ στην ηλεκτρονική μας κοινότητα, κάποια από αυτά, ας τα πούμε αρθράκια, τα πιό αγαπημένα μου.
Θέλω να σας παρακαλέσω να μην τα εκλάβετε ως ξαναζεσταμένη σούπα, διότι δυστυχώς, οι οδυνηρές αιτίες που τα "γέννησαν" πριν από αρκετά χρόνια, υφίστανται μέχρι σήμερα, αφού το χάλι στον τόπο μας, παραμένει ες αεί επίκαιρο...
Να λοιπόν ένα από αυτά που γράφτηκε τον Σεπτέμβριο του 2005 και που δημοσιεύθηκε στην παραπάνω εφημερίδα στα τέλη του 2006, τότε σε περίληψη, τώρα ολόκληρο :

"ΜΑ, ΜΠΑΜΠΑ, ΟΛΟ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΑ ΛΕΣ…"

Εντάξει ρε Κωνσταντίνε, έχεις δίκιο.
Εγώ, (με λίγη κρυφο-ψωρο-περηφάνεια), σε πήρα και σου είπα ότι στις τρείς το απόγευμα θα με δείξει η τηλεόραση σε μία συνέντευξη, με την πρόφαση ότι δεν θα πρόφταινα να έρθω στο σπίτι έγκαιρα, και ότι ήθελα, εσύ τουλάχιστον, να την παρακολουθήσεις.
Πράγματι, όμως, φιλαράκο, έχεις δίκιο.
Όλο τα ίδια και τα ίδια λέω στις συνεντεύξεις.
Όπως και να ‘χει γιόκα μου, σου ζητώ συγγνώμη που σ’ έκανα να βαρεθείς, και σ’ ευχαριστώ που, παρά ταύτα, παρακολούθησες την συνέντευξή μου μέχρι το τέλος, χωρίς ν’ αλλάξεις κανάλι !

Βρε συ, τώρα που το συζητάμε, λές να έχει πάθει το ίδιο κι ο κόσμος που με βλέπει και μ’ ακούει συνέχεια στα κανάλια ;

Να δεις λοιπόν Κωνσταντινάκο μου, αυτό είναι :

Bλέπουν για πολλοστή φορά έναν φαλακρό με γυαλιά που μιλάει στην τηλεόραση, και αλλάζουν γρήγορα κανάλι, μήπως και πέσουν σε καμμιά χαριτωμένη, ζουμερή γκομενούλα, ή σε κάνα ματσάκι ποδοσφαίρου, για να πετάνε καμμία χριστοπαναγία πού και πού, προς εκτόνωση, και να μην δέρνουν την γυναίκα τους και τα παιδιά τους, ή σε κάνα σήριαλ με βαθυστόχαστες, πονεμένες ιστορίες έρωτος και μίσους μετ’ ολίγης περιπετείας, (θυμάσαι τότε που κλάψαμε από συγκίνηση μ’ εκείνον τον γλυκανάλατο τύπο που, με συγκλονιστική ερμηνεία, έθεσε στην συμπρωταγωνίστριά του, την βαθιά φιλοσοφική ερώτηση : «θες, (παύση), να σού κάνω καφέ ;», ή τον άλλο που είπε εκείνο το βαρύγδουπο, ανεπανάληπτο «εγώ, (παύση), πάω έξω…», ή την κοκκινόξανθη χαζοβιόλα που, με αξεπέραστη δραματικότητα, δίνοντας ρεσιτάλ ηθοποιίας, ψέλλισε, υπό τύπον ρητορικής ερώτησης, «εσύ, (παύση), εδώ ;» ).
Διότι, καλέ μου Κωνσταντίνε, τι τους κόφτει τούς τηλεθεατές αν οι γιατροί μένουν απλήρωτοι, ή αν αναγκάζονται να μένουν συνεχώς επί μία εβδομάδα μέσα στο νοσοκομείο, ή αν κινδυνεύουν οι άρρωστοι χωρίς γιατρούς, ή αν κινδυνεύουν οι άρρωστοι με λίγους και ξενυχτισμένους γιατρούς, ή αν το νοσοκομείο πάει από το κακό στο χειρότερο ;
Αυτούς τους νοιάζει αγόρι μου, να περνάνε καλά, με τα βρωμοτσίγαρά τους, τις μπύρες τους, τα νταηλίκια τους, τα κουτσομπολιά τους και τα λοιπά τους.
Αυτοί, παιδί μου, (ξέρεις, οι Κατινομαρίκες με τις «μιζανπλί» και τις «μες», και τα «χρυσή μου» και τα «μη μου πεις» και οι αεριτζήδες Κιτσομήτροι με τις μερσέντες και τα «μπίζνες», που σκοτώνουν τα παιδιά τους αγοράζοντάς τους μηχανάκι, επειδή έχει και το παιδί του γείτονα, που το οδηγούν χωρίς κράνος, επειδή έχουν γνωστό στην τροχαία), νομίζουν ότι θα ζήσουν για πάντα, κι ότι, παρά τα φαγοπότια, τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια, δεν θ’ αρρωστήσουν ποτέ, τρομάρα τους !
Τελικώς όμως, έλα που κάποια στιγμή ο καλός ο Θεούλης, που, εκτός από Παντοδύναμος, είναι και Παντογνώστης, τους στέλνει στο νοσοκομείο για να τους μάθει τι εστί βερίκοκο !
Και βερίκοκο εστί, ότι εκεί, τους περιμένουν, οποιαδήποτε στιγμή του 24ώρου, οι, όπως και να ‘χει κακοπληρωμένοι, οι συχνά απλήρωτοι, οι ξεθεωμένοι και συχνά ξάγρυπνοι γιατροί, οι οποίοι, παρά το ότι, σύμφωνα με κάποιους από την διοίκηση του νοσοκομείου, κοπανατζήδες και χαραμοφάηδες, τούς φροντίζουν, τούς χαρίζουν την ζωή τους, αποκαθιστούν την υγεία τους και τούς στέλνουν σπίτι τους όρθιους και σώους για να συνεχίσουν ν’ ασχολούνται με τις ποταπές λεπτομέρειες της μίζερης ρουτίνας τους, έχοντας όμως, ξοδέψει, προς τούτο, οι ίδιοι, οι ακαμάτηδες γιατροί, τις δικές τους τις ζωές, κι έχοντας καταστρέψει την δική τους ακεραιότητα, σωματική και ψυχική.
Βέβαια, Κωνσταντίνε μου, κάποιους από αυτούς τους τηλεθεατές, ο Παντογνώστης Θεός δεν τους στέλνει σπίτι τους, αλλά εκείνος, ως Παντογνώστης, όλο και κάτι περισσότερο θα ξέρει από εμάς, διότι, εδώ που τα λέμε, δεν μπορεί για όλα να φταίνε οι γιατροί !
Όλοι αυτοί, λοιπόν, που επιστρέφουν θεραπευμένοι στο σπίτι τους, με έναν παράξενο, δυσεξήγητο, για να μην πω ανεξήγητο, μηχανισμό, ξεχνούν αμέσως το Νοσοκομείο, τους γιατρούς, την ζωή τους που κόντεψαν να χάσουν, την υγεία τους που έχασαν και ξαναβρήκαν, τα ξεχνούν όλα αυτά μαζί, τέλος πάντων.
Πατούν Alt, Control και Delete, και κάνουν Reset, και δώσ’ του πάλι τηλεόραση, μη χάσουν, μπάς και γίνει κάνα σκάνδαλο με κάναν φακελάκια-γιατρό ή κάναν δολοφόνο- γιατρό πού ‘κανε λάθος διάγνωση ή πού ‘δωσε λάθος θεραπεία…
Οι άλλοι, οι υπόλοιποι, δεν ξέρουμε τι ακριβώς κάνουν εκεί που βρίσκονται, διότι μέχρι σήμερα, κανείς τους δεν επέστρεψε να μας πεί κάτι διαφωτιστικό !
Όλο αυτό το σενάριο, παιδί μου, είναι πολύ καλά στημένο, με συνταγές δοκιμασμένες στον χρόνο.
Η Πολιτεία, ή αν προτιμάς, το Κράτος, δηλαδή η επέκτασή μας, δηλαδή, εμείς, είναι άριστα οργανωμένο για τους ολίγους.
Αυτοί οι ολίγοι, εναλλάσσονται σε καίρια πόστα, στα οποία , (συνήθως οι ίδιοι και οι ίδιοι), είναι τοποθετημένοι από τα, λεγόμενα, μεγάλα κόμματα, που ουσιαστικά είναι ένα μεγάλο κόμμα, με δύο επιφανειακές όψεις, το οποίο διατηρεί, «εξ επί τούτου», τον παραπάνω περιγραφέντα, Αμνήμονα Λαό, σε κώμα !
Από δίπλα, μπάστακας η Δικαιοσύνη, η οποία, Κέρβερος, έχει τον νού της να μην συμβεί τίποτε που να βλάψει το Κοινωνικό Συμφέρον, ή αλλοιώς, το Γενικό Καλό.
Γι αυτό και όλα λειτουργούν άριστα στον κόσμο που σ’ έφερα αγόρι μου, γεγονός για το οποίο, μόνο συγγνώμη σου οφείλω, ενώ με τον ίδιο, αλάνθαστο, παραπάνω μηχανισμό, περιφρουρείται αυτομάτως και η Υγεία του Λαού. (Περί της Υγείας του Γιατρού, ουδείς λόγος, Κωνσταντίνε μου, ακόμη κι αν, βλαπτόμενη η Υγεία του Γιατρού, επηρεάζει σοβαρά και την Υγεία του Λαού, αλλά ποιος νοιάζεται γυιέ μου ) !
Αν τώρα, παρά ταύτα, εσύ, ως άριστος, προς το παρόν, μαθητής, θελήσεις να γίνεις γιατρός, (λέω, βρε παιδί μου, αν), ο τελευταίος που θα σ’ εμποδίσει να το κάνεις, θα είμαι εγώ, διότι πρόκειται για μία από τις λαμπρότερες επιστήμες που μπορείς να σπουδάσεις.
Όμως, αλίμονό σου, αν θελήσεις να ασκήσεις την Ιατρική σ’ αυτόν τον καταραμένο τόπο.
Θα σε διώξω, κι ας σε στερηθώ, να πας σ’ άλλους τόπους, εκεί όπου οι αληθινά πολιτισμένοι, ξέρουν να τιμούν μία λαμπρή επιστήμη, αναβιβάζοντάς την σ’ αυτό που οι Εισαγγελείς ονομάζουν λειτούργημα, και να μην την μετατρέπουν σ’ ένα ελεεινό επάγγελμα, έτσι όπως δυστυχώς συμβαίνει στην άριστα, για τους ολίγους, οργανωμένη Πολιτεία μας..

Εγώ, τέλος αγόρι μου, θα συνεχίσω να πηγαίνω στις συνεντεύξεις, όταν θα με καλούν, αλλά τώρα πιά, (το έμαθα το μάθημά μου), δεν θα σου ξαναζητήσω να τις παρακολουθήσεις από την τηλεόραση, διότι έτσι όπως τα βλέπω τα πράγματα, εγώ θα συνεχίσω να λέω τα ίδια και τα ίδια, καθ’ ότι, μ’ όλους αυτούς τους ολίγους που εναλλάσσονται γύρω μας, δεν βλέπω ν’ αλλάζουν, για τους πολλούς, τα πράγματα προς το καλύτερο...
Με όλη μου την αγάπη, και με απέραντη στοργή, συγγνώμη,
μπαμπάς.

ΠΤΗΣΗ 16 ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΩΝ

Σε μία από τις (ελάχιστες) προηγούμενες αναρτήσεις μου είδατε μία φωτογραφία που τράβηξα μέσα από το Dornier, καθ' οδόν προς το αγαπημένο μου Καστελλόριζο, με τον άρχοντα ήλιο νά 'χει κέφια και να βάφει την έλικα με άπειρες αποχρώσεις του πορτοκαλί.
Εδώ προσπαθώ να ξαναζωντανέψω την πτήση επί 16 μαγικά δευτερόλεπτα.
Ελπίζω να την χαρείτε όσο κι εγώ