Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2008

ΑΝΤΙ ΕΥΧΩΝ

ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ (ΘΡΑΣΟΣ Ο ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ !)

Οι εκπρόσωποί μας στην Βουλή, τήρησαν ενός λεπτού σιγή στην μνήμη του 15χρονου Αλέξανδρου.
Δεν λέω, θα μπορούσαν και να μην το είχαν κάνει.
Αναρωτιέμαι όμως, ήταν μόνο μία οφειλόμενη συμβολική πράξη, ή ήταν και μία προσπάθεια των περισσότερων από αυτούς να μας πείσουν ότι, τάχα μου, ο φόνος του παιδιού ήταν μία «τυχαία» μεμονωμένη περίπτωση ;

Εμείς όμως, που δεν είμαστε καθόλου λίγοι, «δεν μασήσαμε» !

Πρώτον διότι ο μπάτσος που δολοφόνησε το παιδί, έπρεπε το λιγότερο, να είχε ζητήσει συγγνώμη (αλλά προς τούτο απαιτείται μέγα όσχεο, το οποίο προφανώς δεν διαθέτει).
Όχι διότι κάτι τέτοιο θα απάλυνε τον πόνο των τραγικών γονιών, αλλά διότι, πώς να το κάνουμε, έπρεπε.
Πολύ περισσότερο εφ’ όσον ισχυρίζεται ότι το βλήμα εξοστρακίσθηκε…
Δεύτερον, αντ’ αυτού, δασκαλεμένος από τον στυγνό συνήγορό του, προσπάθησε να λερώσει την μνήμη του νεκρού, αναφερόμενος στην τάχα μου «αποκλίνουσα συμπεριφορά» του παιδιού !
Τρίτον, διότι, μετά τον φόνο, οι συνάδελφοί του, οπλισμένοι σαν αστακοί, μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας, είχαν βάλει στην μέση ένα κοριτσόπουλο και, αμετανόητοι, το γρονθοκοπούσαν, κλωτσώντας το από πίσω, (Ω, της ανδρείας !).
Τέταρτον, διότι, πάντα μετά τον φόνο, οι άλλοι συνάδελφοί του, επίσης μπροστά στα μάτια μας, επίσης αμετανόητοι, συνέχισαν να πυροβολούν στον αέρα, τάχα μου προς εκφοβισμό των τρομοκρατών (πολλούς βολεύουν τελικά αυτοί οι τρομοκράτες...) !

Πολλές οι συμπτώσεις, για να δεχθούμε την στάχτη που προσπαθούν να μας ρίξουν στα μάτια...

Οι αστυνομικοί, στην μία περίπτωση, σκοτώνουν αθώους από υπερβάλλοντα ζήλο (;), ή, καλύτερα, διεπόμενοι από μία, παλαιόθεν, και ουχί τυχαίως, εγκατεστημένη, νοσηρή νοοτροπία (αλληλοστήριξη Εξουσίας – Αστυνομίας), και στην άλλη, αδρανούν, κρυμμένοι πίσω από την γελοία δικαιολογία «να μην προκαλέσουμε...».
Πού ήταν, να προστατεύσουν τους πολίτες, τις επιχειρήσεις, και τις περιουσίες τους από τις καταστροφές ;
Την απάντηση γνωρίζει πολύ καλά η κυβέρνηση, και όχι μόνο...
Άλλωστε, πως θα κινηθεί η αγορά των τζαμάδων και των λοιπών μαστόρων, γιορτιάρες μέρες ;

Προσπάθησαν επίσης, υποκριτικά, να μας πείσουν ότι και οι ταραχές ήσαν μεμονωμένες ενέργειες «γνωστών αγνώστων», «κουκουλοφόρων», «αντιεξουσιαστών», και λοιπών ομάδων, βαφτίστε τις όπως αρέσει, ή όπως βολεύει, στον καθένα.

Ούτε κι εδώ «μασήσαμε» !

Εμείς είδαμε με τα μάτια μας να φουντώνει και να εξελίσσεται μπροστά μας μία κοινωνική εξέγερση , ουδεμία σχέση έχουσα με μεμονωμένα περιστατικά, την οποία τελικά φαίνεται ότι ο τόπος είχε ανάγκη όχι μόνο γιά εκτόνωση της συσσωρευμένης έντασης , αλλά και σαν το ορμητήριο για την επιθυμητή, και μη εισέτι επιτελεσθείσα, κάθαρση.

Δυστυχώς η βία, στην προκειμένη περίπτωση ήταν αναπόφευκτη, σαν απάντηση στην βία της εξουσίας εκφρασμένης από την πίεση που ασκήθηκε στις μάζες τόσο δια της ανυπαρξίας όσο και δια της φαυλότητας του, (λεγόμενου), κράτους.
Άλλος ένας βασικός καταλύτης που προκάλεσε τις εκδηλώσεις βίας, και που δεν μπορεί να μην ληφθεί υπ’ όψη, είναι το θολό μέλλον που περιμένει τους νέους μας, το οποίο, ταυτισμένο με την αβεβαιότητα, τους στερεί κάθε ελπίδα και τους προκαλεί ασφυκτική αγωνία.
Τα παιδιά, ορθώς λένε: «...κακά και αφιλόξενα σχολεία, κακοί καθηγητές, άχρηστες γνώσεις, κοντόφθαλμο “παπαγαλικό” σύστημα εκπαίδευσης, παραπαιδεία, κ.λπ.» .
Για να εισαχθούν στο Πανεπιστήμιο, και αποφοιτώντας, να τους περιμένει η «επιβράβευση», ποιάς επαγγελματικής αποκατάστασης, σε μία κοινωνία όπου επιβιώνει και επικρατεί, όχι ο ικανός κι ο άξιος, αλλά ο αεριτζής κι ο κομπιναδόρος ;

Βέβαια, η βία, αφ’ εαυτής, είναι καταδικαστέα, ως πρωτόγονη, μη πολιτισμένη αντίδραση και τα μελανά σημεία όσων προσφεύγουν σ’ αυτήν με στείρο τρόπο, μόνο για εκτόνωση, και όχι σαν αποτέλεσμα μιάς βαθύτερης, συνειδητοποιημένης διεργασίας, δεν είναι ούτε λίγα, ούτε ασήμαντα.
Η άσκηση βίας σαν θεραπευτικό μέσο ενάντια στην κρατική βία, ενέχει, όπως ακόμη και τα καλύτερα φάρμακα, παρά την άριστη χρήση τους, τον θεωρητικό κίνδυνο εμφάνισης παρενεργειών, και να που μία τέτοια μελανή παρενέργεια, «λέρωσε» την εξέγερση :
Η πυρπόληση της Βιβλιοθήκης της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Κανείς δεν γνωρίζει ποιοί ακριβώς διέπραξαν το έγκλημα, (ή μήπως γνωρίζουμε ;), αλλά το βέβαιον είναι ότι όλοι μας, και πιό πολύ απ’ όλους, και εξ ορισμού, οι φοιτητές, έπρεπε να την είχαμε περιφρουρήσει.
Οφείλουμε να θρηνήσουμε την, χωρίς αντίκρισμα, απώλειά της, σχεδόν όσο θρηνήσαμε τις, κατά καιρούς, απώλειες όλων των συνανθρώπων μας, συμπεριλαμβανόμενου του Αλέξανδρου, οι θυσία των οποίων, θέλω να πιστεύω ότι, τουλάχιστον, «έπιασε τόπο»...
Η δεύτερη μελανή παρενέργεια ήταν το ξέσπασμα της βίας πάνω στις περιουσίες και στις επιχειρήσεις που αφ’ ενός θρέφουν έναν σωρό εργαζόμενους, μεροκαματιάρηδες και αφ’ ετέρου θα μπορούσε κάλλιστα να ανήκουν σε δικούς μας ανθρώπους.
Όταν ξέρεις ποιός είναι ο εχθρός, τον αναγνωρίζεις και τον αντιμετωπίζεις με ό,τι μέσο διαθέτεις. Ούτε πολεμάς τους συμπολεμιστές σου, αποδυναμώνοντάς τους, ούτε ξεσκίζεις τις σάρκες σου...

Κάποιοι μπέρδεψαν τα στρατόπεδα, ή μήπως τα στρατόπεδα συμφέρει σε κάποιους, (καθόλου άγνωστους), να είναι μπερδεμένα ;
Οι κουκούλες δεν κρύβουν μία ομοιογενή ομάδα.
Οι κουκούλες μπορούν να κρύψουν τους πάντες.
Ακόμη και τους προβοκάτορες, (κυρίως αυτούς !), που γλεντάνε και χαίρονται, ( οι μόνοι), μέσα στην αναμπουμπούλα, υποδαυλίζοντάς την, προς όφελος των ολίγων που, μ’ αυτόν τον τρόπο, στρογγυλοκάθονται όλο και πιό βαθιά στις πολυθρόνες της εξουσίας, προσπαθώντας να μας πείσουν ότι τους έχουμε ανάγκη για να αποκαταστήσουν, τάχα μου, την τάξη.
Ο τρομερός Λαζόπουλος, δυό εικόνες έδειξε με τους λοστούς και τα μπουφάν, και δυό κουβέντες είπε, αρκετές για να ξεμπροστίσει τους κουκουλοφόρους και τους μπάτσους που «συμπεθέριαζαν» ανεπαίσχυντα και απροκάλυπτα, ενώπιον της εμβρόντητης Κοινωνίας.
Και οπωσδήποτε, το να κρύβεσαι πίσω από μία κουκούλα, αφ’ ενός δεν συνιστά πράξη ανδρείας και, αφ’ ετέρου, ακόμη και αν οι προθέσεις σου είναι οι αγνότερες, η κουκούλα σού τις λερώνει.
Και να μην ξεχνάμε επίσης ότι η χρήση της κουκούλας συνιστά, δια της ανωνυμίας που σου παρέχει, ως επίπλαστο πλεονέκτημα, αναμφισβήτητα, μίαν ανισότητα.
Αυτά βέβαια ισχύουν, όχι στις παρακμιακές κοινωνίες σαν την δική μας όπου η ανισότητα καλλιεργείται ενσυνείδητα σε όλες της εκφάνσεις της ζωής μας...

Φαίνεται, τελικά, πως οι μόνοι που έκαναν καλά την δουλειά τους ήταν οι αναξιοπαθούντες, γηγενείς και μετανάστες, πολίτες του τόπου, ( ευπαθείς κοινωνικές ομάδες τους αποκαλούν), που επιδόθηκαν σε λεηλασίες, γιά να ξεγελάσουν, δυστυχώς πολύ προσωρινά, την ανέχειά τους και την πείνα τους.
Μην μου πείτε ότι μας σοκάρισε το πλιάτσικο των κακομοίρηδων αυτών Αθλίων !
Εδώ, οι άλλοι, τόσον οι εναλλασσόμενοι στην εξουσία όλα αυτά τα χρόνια, όσο και οι υπόλοιποι, που ξεροσταλιάζουν στην σκιά τους, περιμένοντας πότε θα έρθει η σειρά τους στο φαγοπότι, επιδίδονταν σε λεηλασίες ολκής, δήλες και άδηλες, καθ’ όλη την διάρκεια της πρόσφατης Ιστορίας του Τόπου, και «δεν έτρεχε τίποτε», μέχρι που φτάσαμε στον, φλεγόμενο, πάτο !

Όλοι εμείς οι υπόλοιποι, που δεν είμαστε, επαναλαμβάνω, καθόλου λίγοι, όντας συνένοχοι στην παρακμή, λόγω της ανοχής μας, και συμμέτοχοι στην πολύμορφη και πολύπλευρη κρίση, παρακολουθήσαμε τα γεγονότα μέσα από τις οθόνες των τηλεοράσεών μας, μέχρις ότου, τα υπό παρακολούθηση γεγονότα, με κύριους πρωταγωνιστές τα παιδιά μας, (το μόνο αισιόδοξο σημείο όλης αυτής της ιστορίας), μάς αιφνιδίασαν, αφυπνίζοντάς μας και δείχνοντάς μας, με την θαρραλέα αντίδρασή τους, τον δρόμο προς την διέξοδο από τα αδιέξοδα στα οποία αφήσαμε, με την παθητική μας στάση, τους κυβερνώντες και τους δήθεν αντιπολιτευόμενους, να μας παρασύρουν και εγκλωβίσουν...

Ο κόμπος πάντως έφτασε στο χτένι :

Οι κυβερνητικοί πρέπει να σταματήσουν τις απόπειρες «αγοράς χρόνου», και να παραιτηθούν εν σώματι (προς τούτο, επίσης απαιτείται μέγα όσχεο, τόσο, όσο να χωράει ανάλογου μεγέθους γεννητικούς αδένες, τους οποίους, ως γνωστόν, ουδείς εξ αυτών διαθέτει).
Έπρεπε άλλωστε να το είχαν κάνει από την πρώτη στιγμή, χωρίς να περιμένουν πρώτα να καεί το σύμπαν.
Ούτως ή άλλως απόντες ήσαν, απασχολημένοι με τις κομπίνες και την μάσα...

Οι της μείζονος μειοψηφίας να παρατήσουν τις θεατρικές, λαϊκίστικες, ενέργειες του τύπου «ανάβουμε κεράκια στις γειτονιές», και να πάψουν να προσπαθούν να μας κάνουν να ξεχάσουμε τις δικές τους τις ρεμούλες, (άλλωστε, όσο διερευνώνται τα σκάνδαλα της γαλάζιας δεξιάς, τόσο μπερδεύονται οι ρίζες τους με τους πράσινους, κατ’ όνομα σοσιαλιστές! ), ενώ οι της ελάσσονος μειοψηφίας, να σταματήσουν τις ανόητες κοκορομαχίες, και να ανασκουμπωθούν μαζί με τους υπόλοιπους, μπας και μπορέσουν να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα.

Όλοι τους δε, να πάψουν επιτέλους να σπεκουλάρουν πάνω στον θάνατο του αδικοχαμένου Αλέξανδρου...

Μετά απ’ όλα αυτά, πώς να ευχηθώ «Ευτυχισμένο το Νέο Έτος» ;


Γιάννης Στουραΐτης, Ρόδος, Δεκέμβριος 2008.